Η δημοσκόπηση της Alco επιβεβαίωσε την πολιτική κυριαρχία της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη – Η ΝΔ εξακολουθεί να διατηρεί μία διαφορά 12,9 ποσοστιαίων μονάδων
Η συγκυρία ίσως να ήταν τυχαία, αλλά ο συνδυασμός της είδησης το πρωί της Τετάρτης ότι ο ανασχηματισμός πάει για το 2022 με τη βραδινή δημοσιοπιοιηση της σημοσκοπησης της Alko, έχει ενδιαφέρον και ενδεχομένως να εξηγεί πολλά. Όπως όλα τα γκάλοπ των τελευταίων εβδομάδων έτσι και το χθεσινοβραδινό, που έγινε για λογαριασμό του τηλεοπτικού σταθμού OPEN, επιβεβαίωσε την πολιτική κυριαρχία της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη, κάτι που ενδεχομένως να μην είναι εντελώς άσχετο με την απόφαση του πρωθυπουργού να μεταθέσει για τον επόμενο χρόνο, τουλάχιστον σε ένα εξάμηνο δηλαδή, τις όποιες αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα. Οι προηγούμενες αλλαγές έγιναν μόλις τον περασμένο Ιανουάριο, η κυβέρνηση δεν δείχνει να έχει σοβαρή φθορά, παρά μόνο σε κάποια μέτωπα, ενώ οι περισσότεροι υπουργοί έχουν θετική απήχηση στην κοινή γνώμη. Υπό αυτή την έννοια και το χθεσινό γκάλοπ οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν δέχεται αυτή την περίοδο ιδιαίτερη πίεση ούτε για ανασχηματισμό, ούτε, πολύ περισσότερο για εκλογές.
Η ΝΔ εξακολουθεί να διατηρεί μία διαφορά 12,9 ποσοστιαίων μονάδων (μειωμένη μόλις κατά 0,3% από την προηγούμενη μέτρηση της ίδιας εταιρίας), άρα οι συσχετισμοί παραμένουν ουσιαστικά αμετάβλητοι: η Νέα Δημοκρατία έχει 36,9%, ο ΣΥΡΙΖΑ 24%, το ΚΙΝΑΛ 6,8%, το ΚΚΕ 5,5%, η Ελληνική Λύση 4% και το ΜέΡΑ25 3%.
Την ίδια πολιτική κυριαρχία απολαμβάνει και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έναντι του Αλέξη Τσίπρα (39% έναντι 22%).
Από το γκάλοπ διαφαίνεται ότι υπάρχουν τρία μέτωπα, στα οποία η κοινή γνώμη χτυπάει καμπανάκι στην κυβέρνηση και έχει ενδιαφέρον πώς θα αξιολογηθούν από την κυβέρνηση: αφορούν στο αίσθημα ασφάλειας στην καθημερινότητα του πολίτη, στα εργασιακά με αφορμή το νέο νόμο Χατζηδάκη και στη διαχείριση της πανδημίας.
Το τελευταίο δεν αποτελεί έκπληξη, πιθανόν δε δεν πρόκειται να αποτελέσει ως πηγή νέων πολιτικών συμπερασμάτων, καθώς έχει καταγραφεί εδώ και καιρό μία δυσφορία των πολιτών για το πώς πήγε η πανδημία. Ικανοποιημένο από τους κυβερνητικούς χειρισμούς δηλώνει το 42%, ενώ την αντίθετη άποψη έχει το 54%. Το γεγονός ότι ο Βασίλης Κικίλιας είναι δεύτερος υπουργός σε θετικές γνώμες (πίσω μόνο από τον Νίκο Δένδια), μετριάζει ίσως την κατάσταση για την κυβέρνηση, αλλά σε κάθε περίπτωση, η εικόνα αυτή σε γενικές γραμμές, ήταν γνωστή στο Μαξίμου εδώ από μήνες, ειδικά με το τρίτο κύμα.
Τα δύο νέα καμπανάκια έχουν να κάνουν με την αρνητική τοποθέτηση επί του νέου εργασιακού και ειδικά για τη διευθέτηση του ωραρίου εργασίας και των υπερωριών. Μόλις το 28% επικροτεί τη ρύθμιση και είναι ίσως το πρώτο πεδίο που η δημοσκοπική επίδοση είναι τόσο χαμηλότερη της εκλογικής δύναμης της ΝΔ.
Επίσης προς ανάλυση για το ποια θέματα μπορεί να αφορά ακριβώς, είναι και το εύρημα ότι το 48% των πολιτών δηλώνουν ότι νιώθουν λιγότερο ασφαλείς στην καθημερινότητά τους σε σχέση με τρία χρόνια πριν, ενώ 33% θεωρεί ότι δεν έχει αλλάξει κάτι και μόλις το 12% λέει ότι νιώθει καλύτερα τώρα.
Είναι πάντως προφανές ότι ακόμη κι αν αυτή η δυσφορία εμπεριέχει μία αυστηρή στάση απέναντι στην κυβέρνηση, αυτό δεν μεταφράζεται σε κάποια μεταβολή των πολιτικών συσχετισμών και πάντως ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει κολλημένος στο 24%, όση κριτική κι αν δέχονται ορισμένες κυβερνητικές κινήσεις. Υπό αυτή την έννοια μένει ακόμα να φανεί εάν την όποια φθορά της κυβέρνησης σε επιμέρους ή ακόμα και σε κεντρικά ζητήματα μπορεί στη συνέχει να την καρπωθεί η αντιπολίτευση ή πρόκειται απλά για κάποιες δύσκολες στιγμές κάποιων υπουργείων να ελέγξουν την κατάσταση, με την κοινή γνώμη να περιμένει περισσότερα.
Ως προς τη δημοφιλία των υπουργών, η πρωτιά του Νίκου Δένδια και μάλιστα με μεγάλη διαφορά από τους συναδέλφους του, δεν είναι έκπληξη, όπως δεν ξενίζει κανέναν η άνοδος στην τρίτη θέση (μετά τον δεύτερο Β. Κικίλια) του Κυριάκου Πιερρακάκη με τέταρτο τον Νίκο Παναγιωτόπουλο. Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, παραμένει στην πρώτη πεντάδα, ενώ η έκτη θέση για τον Χρήστο Σταϊκούρα, δυσκολεύει σαφώς τα όποια σενάρια για αλλαγές στο οικονομικό επιτελείο – ίσως είναι από τους λόγους που δεν προκρίνεται ο ανασχηματισμός αυτή την περίοδο.