Επεκτείνεται η ηλεκτρονική διαδικασία για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων με το σχέδιο νόμου που έθεσε σε διαβούλευση το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων ενώ αντιμετωπίζονται οι παθογένειες του συστήματος όπως το ζήτημα των υπερβολικά χαμηλών προσφορών και η υπερβολική προσκόλληση στην τυπικότητα έναντι της ουσίας των προσφορών των οικονομικών φορέων. Επιπλέον, αυξάνονται τα όρια για τις απευθείας αναθέσεις.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με το σχέδιο νόμου με τίτλο «Εκσυγχρονισμός, απλοποίηση και αναμόρφωση του ρυθμιστικού πλαισίου των Δημοσίων Συμβάσεων» που έθεσε από χθες το βράδυ έως τις 7 Δεκεμβρίου σε δημόσια διαβούλευση, ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, ‘Αδωνις Γεωργιάδης, επιδιώκεται η δραστική αλλαγή του νόμου 4412/2016 που διέπει τις δημόσιες συμβάσεις.
Απλοποιούνται και διασαφηνίζονται διατάξεις του ισχύοντος νομικού πλαισίου, αίρονται γραφειοκρατικά εμπόδια σχετικά με τις διαδικασίες ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων, επιταχύνονται οι διαδικασίες και αυξάνεται η αποτελεσματικότητας τους «χωρίς εκπτώσεις στο πεδίο της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των οικονομικών φορέων», όπως σημειώνεται.
Επιπλέον, με τις προτεινόμενες διατάξεις επιδιώκεται η επέκταση της χρήσης των ηλεκτρονικών εργαλείων για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων, αλλά και η αντιμετώπιση παθογενειών του συστήματος δημοσίων συμβάσεων όπως το ζήτημα των υπερβολικά χαμηλών προσφορών και η υπερβολική προσκόλληση στην τυπικότητα έναντι της ουσίας των προσφορών των οικονομικών φορέων.
Αύξηση του ορίου των απευθείας αναθέσεων
Στο σχέδιο νόμου, εισάγεται η αύξηση των ορίων της απευθείας ανάθεσης, από τις 20.000 ευρώ που είναι σήμερα, στις 30.000 ευρώ, για προμήθεια αγαθών, υπηρεσιών και μελετών και στις 60.000 ευρώ για δημόσια έργα με παράλληλη εισαγωγή υποχρέωσης δημοσίευσης της σχετικής πρόσκλησης στο Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων (ΚΗΜΔΗΣ) πέντε ημέρες πριν από την ανάθεση της σύμβασης προκειμένου να διαφυλάσσεται η τήρηση της αρχής της φανερής δράσης της διοίκησης (αρχή της διαφάνειας).
Με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις επιδιώκεται η απλοποίηση της διαδικασίας για συμβάσεις μικρής αξίας μέχρι του ποσού των 30.000 ευρώ και μείωση του διοικητικού βάρους τόσο για τις αναθέτουσες αρχές όσο και τους οικονομικούς φορείς μέσω της χρονικής σύντμησης των σχετικών διαδικασιών. Οι εν λόγω τροποποιήσεις προωθούνται τηρουμένων των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των οικονομικών φορέων δεδομένου ότι προτείνεται η προηγούμενη από την ανάθεση της σύμβασης δημοσίευση της σχετικής πρόσκλησης η οποία δεν λάμβανε χώρα με τις υφιστάμενες διατάξεις.
Παράλληλα, προβλέπεται η κατάργηση της διαδικασίας του συνοπτικού διαγωνισμού (έγχαρτος ανοικτός διαγωνισμός). Ειδικότερα, καταργείται η διαδικασία του συνοπτικού διαγωνισμού ο οποίος συνήθως δεν διενεργείται με ηλεκτρονικά μέσα, δημιουργώντας πρόσθετο διοικητικό βάρος για τις αναθέτουσες αρχές και τους οικονομικούς φορείς. Οι σχετικές διαδικασίες θα πραγματοποιούνται, με τις προβλεπόμενες διαδικασίες και ιδίως από την ανοικτή διαδικασία με χρήση εργαλείων e-procurement (ΕΣΗΔΗΣ) σε συμβάσεις με εκτιμώμενη αξία ανώτερη των 30.000 ευρώ
Επίσης, εισάγεται πρόβλεψη διαδικασίας απευθείας ανάθεσης μέσω ηλεκτρονικών καταλόγων (e – marketplace) με ανώτατο όριο τις 40.000 ευρώ ανά είδος προμηθευόμενου αγαθού
Με άλλη διάταξη, προτείνεται η κατάργηση της διαδικασίας των ενστάσεων (ενδικοφανών προσφυγών) για τις διαδικασίες της απευθείας ανάθεσης με απευθείας προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια.
Με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων επιτυγχάνεται σημαντική επιτάχυνση των διαδικασιών ανάθεσης χωρίς να απομειώνεται η δυνατότητα δικαστικής προστασίας του καλόπιστου προμηθευτή του δημοσίου.
Παράλληλα για την επέκταση της ψηφιοποίησης, καθίσταται υποχρεωτική χρήση ηλεκτρονικών εργαλείων (ΕΣΗΔΗΣ) από τις αναθέτουσες αρχές σε όλες τις διαδικασίες ανάθεσης με αντικείμενο άνω των 30.000 ευρώ (από 60.000 ευρώ σήμερα). Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται, ουσιαστικά, εξάλειψη των έγχαρτων διαδικασιών και επέκταση του e-procurement σε όλες σχεδόν τις δημόσιες συμβάσεις.
Σε ανάλογο πλαίσιο, αναθέσεις συμβάσεων αξίας 2.500 ευρώ (δημόσιες συμβάσεις ήσσονος σημασίας) χωρίς διαδικασίες αλλά απευθείας με εξόφληση σχετικού φορολογικού παραστατικού (επιτάχυνση των διαδικασιών για προμήθειες πολύ μικρής αξίας).
Με άλλη διάταξη, δίνεται στις αναθέτουσες αρχές η δυνατότητα ανάθεσης δημόσιας σύμβασης ενεργειών τεχνικής βοήθειας, που ανατίθεται στο πλαίσιο εκτέλεσης συγχρηματοδοτούμενων έργων, μέχρι του ποσού των 60.000 ευρώ κατόπιν προηγούμενης πρόσκλησης τριών τουλάχιστον, εγγεγραμμένων σε αντίστοιχο μητρώο, οικονομικών φορέων. Με την τροποποίηση αυτή αυξάνεται το όριο εφαρμογής της υφιστάμενης διάταξης από 40.000 ευρώ σε 60.000 ευρώ αλλά επιβάλλεται στην αναθέτουσα αρχή να απευθύνει σχετική πρόσκληση σε τρεις τουλάχιστον οικονομικούς φορείς, οι οποίοι επιλέγονται μεταξύ των εγγεγραμμένων σε κατάλογο προμηθευτών ή και παρόχων υπηρεσιών, ο οποίος καταρτίζεται και τηρείται για το σκοπό εκτέλεσης ενεργειών τεχνικής βοήθειας, έναντι του ενός οικονομικού φορέα, σύμφωνα με τις προβλέψεις της υφιστάμενης διάταξης.
Με την τροποποίηση αυτή επιδιώκεται η διευκόλυνση και επιτάχυνση των διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων ενεργειών τεχνικής βοήθειας προκειμένου να επιταχυνθεί η ωρίμανση συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, με παράλληλη βελτίωση της διαφάνειας των σχετικών διαδικασιών.
Τα τεχνικά έργα
Με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, εισάγεται υποχρέωση της αναθέτουσα αρχής για έργα εκτιμώμενης αξίας άνω του 1.000.000 ευρώ να αναρτούν τη μελέτη κατασκευής του έργου τουλάχιστον δύο μήνες πριν τη διενέργεια του διαγωνισμού. Με τη ρύθμιση αυτή δίνεται η δυνατότητα στους υποψηφίους του διαγωνισμού να έχουν επαρκή χρόνο να μελετήσουν το έργο και να αποφασίσουν αν θα συμμετάσχουν ή να διατυπώσουν πριν τη συμμετοχή τους τις απόψεις τους. Η ρύθμιση αυτή εναρμονίζεται με το γενικό πνεύμα αλλαγών που εισάγονται που καθιστούν τη μελέτη υποχρεωτική και μη δεκτική ουσιωδών αλλαγών κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου.
Ειδικότερα, εισάγεται νέα διάταξη με την οποία προβλέπεται στην περίπτωση των διαδικασιών που διενεργούνται ηλεκτρονικά, η προσκόμιση των πρωτότυπων εγγυήσεων συμμετοχής, πλην εκείνων που εκδίδονται ηλεκτρονικά, το αργότερο πριν από την ορισθείσα, στα έγγραφα της σύμβασης, ημερομηνία αποσφράγισης των προφορών, οι δε προσφορές που δεν πληρούν την ως άνω απαίτηση δεν αποσφραγίζονται και απορρίπτονται ως απαράδεκτες. Η διάταξη εισάγεται προκειμένου να απορρίπτονται καταφανώς απαράδεκτες προσφορές και να μην έχουν πρόσβαση στα στοιχεία των προσφορών των λοιπών συμμετεχόντων, σε κανένα στάδιο της διαδικασίας ανάθεσης, οι οικονομικοί φορείς που τις υπέβαλλαν.
Επιπρόσθετα, εισάγονται νέοι λόγοι κατάπτωσης της εγγυητικής επιστολής του προσφέροντος οικονομικού φορέα. Ειδικότερα, στην περίπτωση που ο οικονομικός φορέας υποβάλει μη κατάλληλη προσφορά αποκλείεται από τη συνέχεια της διαδικασίας ανάθεσης δημόσιας σύμβασης ενώ παράλληλα καταπίπτει η εγγυητική επιστολή συμμετοχής του στη διαδικασία. Η διάταξη αυτή έχει ως στόχο την αποτροπή της υποβολής προδήλως ακατάλληλων προσφορών από οικονομικούς φορείς που επιδιώκουν απλώς να αποκτήσουν πρόσβαση στη διαδικασία ανάθεσης δημόσιας σύμβασης, αλλά και στις τεχνικές και οικονομικές προσφορές των υπολοίπων συμμετεχόντων στη διαδικασία οικονομικών φορέων, εισάγοντας ένα αποτρεπτικό διοικητικό μέτρο.
Παράλληλα, με χρήση του ίδιου διοικητικού μέτρου επιχειρείται να αποτραπεί η κατάθεση, από τους οικονομικούς φορείς, ασυνήθιστα χαμηλών οικονομικών προσφορών που κρίνονται ως τέτοιες από την αναθέτουσα αρχή.
Με τον τρόπο αυτό, αναμένεται να αποθαρρυνθούν οι οικονομικοί φορείς που υποβάλουν ασυνήθιστα χαμηλές οικονομικές προσφορές σε διαδικασίες ανάθεσης δημόσιας σύμβασης και συνεπώς, να μειωθεί το διοικητικό βάρος που η διαδικασία αυτή συνεπάγεται για τις αναθέτουσες αρχές αλλά και να αποφευχθούν οι σημαντικές καθυστερήσεις στην εξέλιξη της διαδικασίας ανάθεσης δημόσιας σύμβασης που συνεπάγεται η ενεργοποίηση της σχετικής διαδικασίας.
Επίσης, αυξάνονται, για λόγους ευελιξίας, ταχύτητας, καθώς και ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι περιπτώσεις, στις οποίες δεν απαιτείται η προσκόμιση εγγύησης συμμετοχής και ειδικότερα προστίθενται οι περιπτώσεις της επιλογής του αναδόχου από κατάλογο (λ.χ. στην περίπτωση των συμβάσεων τεχνικής βοήθειας), καθώς και της επιλογής του αναδόχου μέσω ηλεκτρονικών καταλόγων (e-catalogues και e-marketplace).
Εισάγεται, παράλληλα, με την τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 72, η αλλαγή της βάσης υπολογισμού των εγγυήσεων καλής εκτέλεσης. Ειδικότερα, ως προτεινόμενη βάση υπολογισμού θεωρείται πλέον η εκτιμώμενη αξία της σύμβασης δηλαδή ο αρχικός προϋπολογισμός αντί της συμβατικής αξίας που προβλέπεται στις υφιστάμενες διατάξεις, καθώς και η αναπροσαρμογή του ποσοστού των εγγυήσεων καλής εκτέλεσης, στις συμβάσεις προμηθειών και γενικών υπηρεσιών, σε 4% αντί του ισχύοντος 5%.
Η διάταξη στοχεύει κυρίως στην αντιμετώπιση των πολύ μεγάλων εκπτώσεων που προσφέρονται στους διαγωνισμούς δημοσίων έργων, οι οποίες συμπαρασύρουν σε χαμηλό επίπεδο και το ύψος της σχετικής εγγύησης καλής εκτέλεσης, και έχουν συχνά ως αποτέλεσμα την αδυναμία του οικονομικού φορέα να εκτελέσει την ανατιθέμενη σε αυτόν σχετική σύμβαση.
Επίσης, προβλέπεται ότι το ΚΗΜΔΗΣ θα λειτουργεί, πλέον, στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης αντί της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή.
Περαιτέρω, προβλέπεται ότι θα αναρτώνται υποχρεωτικά σε αυτό δεδομένα και στοιχεία συμβάσεων αξίας άνω των 2.500 ευρώ ώστε το κατώτερο όριο, για το οποίο οι αναθέτουσες αρχές οφείλουν να αναρτήσουν τα σχετικά στοιχεία στο ΚΗΜΔΗΣ, να συμπίπτει με τα χρηματικά όρια των δημοσίων συμβάσεων ήσσονος αξίας, για τις οποίες εισάγονται διαδικαστικές ευελιξίες.
Οι συμβάσεις που θα εξαιρούνται θα καθορίζονται, πλέον, με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Υποδομών και Μεταφορών και του καθ’ ύλην συναρμόδιου υπουργού.