Του Αθανάσιου Αναστασίου
Δ/ντή 2ου Γυμνασίου Αγ. Παρασκευής
Mr Φιλοσοφίας στην Ηθική
Η στιγμή πλησιάζει. Σε λίγο θ’ ακουστούν χαρμόσυνες οι καμπάνες των Χριστιανικών ναών. Κι οι Χριστιανοί όλου του κόσμου, ντυμένοι γιορτινά, θα συναχτούν στους οίκους του Θεού για να δοξάσουν τον γεννηθέντα. Να δοξάσουν, ευχαριστήσουν και υποδεχτούν Εκείνον, που καταδέχτηκε να κατέβει στη γη, να σαρκωθεί και ζήσει ως άνθρωπος ανάμεσα στους ανθρώπους, να δείξει το δρόμο για την λύτρωση και να δεχτεί γι’ ανταμοιβή το Σταυρό..
Να υποδεχτούν Εκείνον, που με τη διδασκαλία του ξανάδωσε στον καταφρονημένο άνθρωπο την αξία του ανεβάζοντας τον ως τον ουρανό, που παίρνοντας ανθρώπινη μορφή έκαμε τον ίδιο τον άνθρωπο κοινωνό του Θείου, που διώχνοντας απ’ την ψυχή του την αβεβαιότητα γι’ άγνωστους θεούς, έδιωξε απ’ αυτή το φόβο γεμίζοντας την πίστη κι’ ελπίδα.
Η γέννηση του Χριστού στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, όταν ήρθε το πλήρωμα του Χρόνου, η ενανθρώπιση του Θεού, ήταν η εκπλήρωση του πανανθρώπινου πόθου για λύτρωση. Ολόκληρη η προχριστιανική ανθρωπότητα προετοιμαζόταν για τη μεγάλη έλευση. Με τους προφήτες της η Ιουδαία και τους φιλοσόφους του ο ειδωλολατρικός κόσμος έμπαιναν δειλά-δειλά στο βαθύτερο νόημα του θείου. Ο Ιουδαϊκός λαός είχε εμποτισθεί με την πεποίθηση για τον ερχομό του Μεσσία μα και τα φωτεινά πνεύματα της Αρχαίας Ελλάδας είχαν ανοίξει στ’ αξεδιάλυτα σκοτάδια μια σχισμή, μέσα απ’ την οποία προσπαθούσαν να διερευνήσουν την περιοχή του μεταφυσικού και να γνωρίσουν τον αληθινό θεό, που αν δεν τον αποκάλυψαν ολοκληρωτικά διαισθάνθηκαν ωστόσο τη λάμψη και την ακτινοβολία του. Οι σοφότεροι ανάμεσα στους σοφούς μίλησαν κιόλας ολοκάθαρα για Θεό, όχι θεούς.
Η Γέννηση είναι η μεγάλη στιγμή που έπεσε το φράγμα ανάμεσα σε θεό και ανθρώπους, διευρύνθηκε η αβέβαιη σχισμή κι ο άνθρωπος είδε ανεμπόδιστα τη θεότητα, σ’ όλο το μεγαλείο της. Διαλύθηκαν οι σκοτεινοί λαβύρινθοι της φιλοσοφίας, που οδηγούσαν σ’ ατέλειωτες συζητήσεις κι αντιγνωμίες και τη θέση τους πήρε η φάτνη, απλή, γνώριμη, φιλική προς όλους και το νόημα της έγινε προσιτό σ’ όλες τις ψυχές.
Γιατί εκείνο που συγκινεί βαθύτατα και τον πιο ψυχρό κι αδιάφορο άνθρωπο και χαρακτήρα είναι ο τόπος της ενανθρωπίσεως του Σωτήρα. Θα περίμενε κανείς ίσως ότι ο Θεός, ο Κύριος των δυνάμεων, ο εξουσιαστής, ο Παντοκράτορας, ερχόμενος στον κόσμο θα γεννιόταν σε βασιλικό παλάτι, μέσα σε πρωτογνώριστη πολυτέλεια και χλιδή. Κι όμως ο ισχυρός δε γεννήθηκε ανάμεσα στους ισχυρούς, ο βασιλιάς των βασιλιάδων δε γεννήθηκε σε πολυτελή ανάκτορα. Πρώτοι του σύντροφοι στην εγκόσμια παρουσία τα άκακα αρνιά κι οι ταπεινοί ποιμένες. Αυτό είναι το μοναδικό, το θαυμαστό, το θεϊκό στοιχείο της Γεννήσεως. Ο Θεός, είχε τη δύναμη να ταπεινωθεί, για να υψώσει τον άνθρωπο, να γεννηθεί στην ασήμαντη πολίχνη της Ιουδαίας, στο σκοτάδι μιας παγερής νύχτας, στη φάτνη των αλόγων.
Τι παράδειγμα και τι δίδαγμα!!
Η παρουσία του δε λάμπρυνε μόνο το σκοτεινό σπήλαιο με τους υγρούς τοίχους, αλλά δόξασε τους καταφρονεμένους, εμεγάλυνε τους άσημους και ύψωσε τους ταπεινούς. Από τη φάτνη της Βηθλεέμ επήγασε η αγαλλίαση και η χαρά. Και η χαρά που δίνει το Θείο βρέφος είναι αληθινή, ανόθευτη και διαρκής. Δεν γνώριζαν πρωτύτερα οι άνθρωποι την πηγή της χαράς και τη ζητούσαν σε κάθε λογής ματαιότητες. Με τη Γέννηση η πηγή της χαράς έγινε προσιτή στους ανθρώπους. Έχουν άδικο όσοι πιστεύουν ότι ο Χριστιανισμός μας διδάσκει τη λύπη. Συγχέουν τη λύπη με τη συμπόνια και την κατανόηση για τους άλλους ανθρώπους ή με τη συναίσθηση της περιορισμένης ανθρώπινης δύναμης εμπρός στη Θεία παντοδυναμία. Δε διδάσκει τη θλίψη ο Χριστιανισμός. Ευαγγελίζεται τη χαρά και τη σωτηρία. Ας θυμηθούμε τα ιερά λόγια:
«καὶ εἶπεν αὐτοῖς μὴ φοβεῖσθε· ἰδοὺ γὰρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ»!
Για μας, για τους ανθρώπους έγινε άνθρωπος ο Θεός, έζησε και υπέφερε ως άνθρωπος και σταυρώθηκε και αναστήθηκε για ν’ αναστήσει μαζί του το χτίσμα του και να του χαρίσει τη χαρά της σωτηρίας.
Και δεν συγκινούνται μόνον οι ταπεινοί και οι φτωχοί στο άγγελμα της Γεννήσεως. Οι πιο φωτισμένοι άνδρες του καιρού εκείνου με χαρούμενη προσμονή μπαίνουν στους κόπους μακρινού ταξιδιού κι οδηγημένοι από το άστρο φτάνουν στο σπήλαιο και προσκυνούν το νεογέννητο βρέφος. Τους μάγους ας προσέξουν κι ας καταλάβουν ακόμη και σήμερα οι σοφοί κι οι δυνατοί της γης. Θα νιώσουν το αληθινό περιεχόμενο και την αποστολή της δύναμης και της σοφίας των. Θα χαρούν κι αυτοί «χαράν μεγάλην σφόδρα». Και κάμπτοντας τα γόνατα μπροστά στο θείο βρέφος θα του προσφέρουν ευλαβικά τα πνευματικά τους δώρα, την πραότητα, την ταπεινοφροσύνη, την αγάπη, σαν δείγμα λατρείας προς αυτό. Και το θείο βρέφος, ο γεννημένος στην φάτνη Χριστός θα σκορπίσει το φως της μακροθυμίας, της αγάπης και της ειρήνης στους ανθρώπους, που με τη λάμψη του θα μας οδηγήσει, καθώς το άστρο εκείνο, στη Βηθλεέμ της ηθικής μας αναπλάσεως, στην ηθική μας αναγέννηση και αναδημιουργία. Αυτό πρέπει να είναι και το νόημα της φάτνης. Συνεπάγεται ενεργητική στάση, υποχρεώσεις, ευθύνες. Μα όποιος έζησε τη Γέννηση του Χριστού κι αισθάνθηκε βαθειά το νόημα της αποδέχεται με χαρά τα μηνύματα που εκπέμπονται από αυτή και με χαρά αγωνίζεται «τον καλό αγώνα».Και είναι ο στόχος του «ωραίου αγώνος» η κατάκτηση της αρετής η εκπλήρωση του προορισμού μας, η μέσα στα ανθρώπινα μέτρα εννοούμενη ομοίωση με το Θεό. Πηγή δυνάμεως σ’ αυτό το δύσκολο αγώνα ας είναι η ταπεινή φάτνη με το θαυμάσιο συμβολισμό της. Η ταπεινοφροσύνη είναι αρετή, η συναίσθηση της ανθρώπινης αδυναμίας δύναμη, η πίστη στο Θεό ασφαλέστατη πανοπλία.
Αυτό ας είναι αγαπητοί μου και για σας και για όλους μας το νόημα της ταπεινής φάτνης, όπου ανεκλίθη ο Χριστός. Ας αποτελέσει σύμβολο κι αφετηρία για το ανέβασμα από τα ταπεινά και τα εφήμερα στον κόσμο των Ιδεών, στην εκπλήρωση της υψηλής αποστολής μας, στην πραγμάτωση της θείας εντολής της αγάπης.
Η φάτνη όπου γεννήθηκε ο Χριστός ας αποτελέσει πηγή εμπνεύσεως, λυτρώσεως και αγιασμού καθενός από μας.
–